lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βέργα στα δανική

Λέξη:
βέργα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
ås, bom, stang, stav, stør, ris
Σχετικές λέξεις:
δανική βέργα, βέργα ψαροτούφεκο, βέργα ντουσ, βέργα ντουλάπας, βέργα μεσσηνίασ, βέργα μέτρησης πετρελαίου, βέργα στα δανική, ås στα ελληνικά
βέργα στα δανική