lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δανείζω στα δανική

Λέξη:
δανείζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
δανική δανείζω, ονειροκρίτης δανείζω, εγώ δανείζω, δανείζω χρήματα, δανείζω συνώνυμο, δανείζω ρήμα, δανείζω στα δανική, låne στα ελληνικά
δανείζω στα δανική