lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κανάλι στα δανική

Λέξη:
κανάλι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
kanal, rende, rør, chauffør, kabel, ledere, ledning
Σχετικές λέξεις:
δανική κανάλι, κανάλι της βουλής, κανάλι ζοομ, κανάλι ε, κανάλι βουλής live, κανάλι βουλής, κανάλι στα δανική, kanal στα ελληνικά
κανάλι στα δανική