lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπέικον στα δανική

Λέξη:
μπέικον (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
bacon, flest, side, smult
Σχετικές λέξεις:
δανική μπέικον, μπέικον φράνσις, μπέικον συνταγές, μπέικον στο φούρνο, μπέικον με δαμάσκηνα, μπέικον με αυγά, μπέικον στα δανική, bacon στα ελληνικά
μπέικον στα δανική