lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νιώθω στα δανική

Λέξη:
νιώθω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (17):
befinde, dufte, eksperiment, erfare, erfaring, fornemme, forsøg, forsøge, føle, kost, lugte, må, mærke, oplevelse, prøve, teste, være
Σχετικές λέξεις:
δανική νιώθω, νιώθω νιώθω, νιώθω μόνος, νιώθω μόνη, νιώθω μοναξιά, νιώθω μεγάλη μοναξιά βασίλης παπακωνσταντίνου, νιώθω στα δανική, befinde στα ελληνικά
νιώθω στα δανική