lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσεκτικός στα δανική

Λέξη:
προσεκτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (13):
agtpågivende, besindig, forbeholden, fornuftig, forsigtig, klok, observant, opmærksom, påpasselig, var, varlig, varsom, vis
Σχετικές λέξεις:
δανική προσεκτικός, προσεκτικόσ διαπραγματευτήσ, προσεκτικός συνώνυμο, προσεκτικός συνώνυμα, προσεκτικός στα αγγλικά, προσεκτικός στα δανική, agtpågivende στα ελληνικά
προσεκτικός στα δανική