lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσωπικό στα δανική

Λέξη:
προσωπικό (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (3):
personale, stab, mandskab
Σχετικές λέξεις:
δανική προσωπικό, προσωπικό ωροσκόπιο, προσωπικό τάδε, προσωπικό νεύρο, προσωπικό ιδιωτικής ασφάλειας, προσωπικό ιδ. ασφάλειας, προσωπικό στα δανική, personale στα ελληνικά
προσωπικό στα δανική