lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χαζός στα δανική

Λέξη:
χαζός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
absurd, dum, fåret, latterlig, meningsløs, tåbelig, tungnem, urimelig, vanvittig
Σχετικές λέξεις:
δανική χαζός, χαζόσ συνώνυμα, χαζόσ ετυμολογία, χαζός άνθρωπος, συνωνυμο χαζός, είμαι χαζός, χαζός στα δανική, absurd στα ελληνικά
χαζός στα δανική