lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: δαχτυλίδι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
annulus, hoop, rind, ring, ringlet, wedding-ring
δαχτυλίδι
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kadeř, kroužek, kruh, objímka, obroučka, obruč, okruh, prsten, prstenec
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ehering, kreis, reifen, ring, trauring
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
klang, ring
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alianza, anillo, aro, sortija
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
alliance, anneau, astragale, bague, boucle, bracelet, cercle, cerne, diamant, embouti, marquise, reprendre, ring
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
anello, cerchio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bøyle, klang, ring
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бугель, колечко, кольцо, круг, обруч, перстень
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
klang, klinga, påringning, ring
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
кола, колца, пярсцёнак
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
rõngas
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kehä, rengas
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prsten
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
abroncs, gyűrű, jegygyűrű, porond
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
žiedas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anal, anel, anilho, argola, sortia
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
inel
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
prstan
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
воротар, вушко, вінок, вічко, гірлянда, дзвеніти, дзвонити, дзвінок, задзвеніти, звивати, звити, згинати, зігнути, каблучка, колечко, кошара, круговорот, кільце, ланка, мотузка, обмотати, обмотка, обмотувати, обруч, око, отвір, пасок, петелька, пояс, ремінь, розглядати, складати, складка, скласти, сполучення
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
obrączka, pierścień, pierścionek

Σχετικές λέξεις

δαχτυλίδι ονειροκρίτης, δαχτυλίδι του γύγη, δαχτυλίδι stage, δαχτυλίδι αρραβώνα, δαχτυλίδι μενεγάκη, δαχτυλίδι του μίνωα, δαχτυλίδι με ζαφείρι, δαχτυλίδι της φωτιάς, δαχτυλίδι oxette, δαχτυλίδι swarovski