lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: διαμαρτυρόμενος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
evangelic, evangelical, protestant
διαμαρτυρόμενος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
evangelický, evangelík, protestantský
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
protestantisch
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
protestantisk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
protestante
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
luthérien, protestant, prédicant
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
protestante
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
protestantisk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
протестантский
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
protestantisk
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
пратэстанцкі
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
protestant, protestantlik
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
protestanttinen
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
evangélikus
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
protestante
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
протестантський
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
protestancki