lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: εμπόρευμα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
article, commodity, contribution, editorial, gong, goods, implement, item, merchandise, paper, stock, story, stuff, ware
εμπόρευμα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
artikl, bod, komodita, odstavec, paragraf, položka, produkt, stať, výrobek, zboží, člen, článek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
artikel, aufsatz, beitrag, gut, ware
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
artikel, ting, vare, varer
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
artículo, mercadería, mercancía, pacotilla
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
article, camelote, collaboration, contrebande, denrée, marchandise, marchandises, produit
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
articolo, derrata, genere, mercanzia, merce
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
artikkel, handelsvara, ting, utskudd, vara, vare, varer
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
статья, товар, товары
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
artikel, handelsvara, handelsvaror, vara, vare, varor
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
artikull
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
продукт, пункт
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
тавар
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
ese, kaup
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
artikkeli, esine, hyödyke, kauppatavara, tarvekalu, tavara
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
predmet, roba
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
cikk, áru, árucikk
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
daiktas, prekė, reikmuo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
artigo, artículo, crítica, mercadoria
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
articol
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
produkt
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
článok
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вклад, внесок, входження, вхід, відділ, відрізок, запис, керівник, клаузула, крам, лідер, майно, напій, параграф, переріз, перетин, пункт, підрозділити, підрозділяти, речення, речі, розділ, сегмент, секція, староста, стаття, товар, товари, товарний, частина, частинка, частка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
artykuł, towar

Σχετικές λέξεις

εμπόρευμα ορισμός, εμπόρευμα στα αγγλικά, εμπόρευμα και χρήμα, εμπόρευμα αγγλικά, εμπόρευμα μετάφραση, το εμπόρευμα