lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ενθουσιώδης

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bubbly, ebullient, enthusiastic, rapturous, rave
ενθουσιώδης
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
nadšený
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
begeisterter, enthusiastisch
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
begejstret
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
entusiasta, entusiástico
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
enthousiaste, lyrique
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
entusiasmato, entusiasta
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
begeistret, oppglødde
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
воодушевлённый, восторженный
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
innokas, innostunut
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
oduševljen
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
entusiasta
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
nadšený
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
entuzjastyczny

Σχετικές λέξεις

ενθουσιώδης συνωνυμα, ενθουσιώδης συνωνυμο, ενθουσιώδης ορισμός, ενθουσιώδης κλιση