lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ενθύμιο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
freebie, gift, keepsake, memento, relic, remembrance, reminder, souvenir, testimonial, token, trophy
ενθύμιο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
dar, památka, upomínka, vzpomínka
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
andenken, angebinde, erinnerung, gabe, geschenk, souvenir
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
erindring, gave, minde, souvenir
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fineza, recordación, recuerdo, regalo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cadeau, présent, souvenir
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dono, presente, regalo, ricordo, souvenir
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
erindring, gave, minne, minnesmerke, presang, suvenir
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
воспоминание, дар, подарок, сувенир
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
minne, suvenir, åminnelse
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dhuratë, kujtim
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дар, сувенир
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
сувенір
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kingitus, mälestusese
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lahja, muisteleminen, muisto
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uspomena
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
emlék, emléktárgy
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dovana
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
brinde, dádiva, mimo, presente, recordaria, regalo, requerido
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
cadou, dar
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
dar, darilo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дар, дарунок, згадка, нагадування, спогад, спомин, сувенір
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
pamiątka, upominek

Σχετικές λέξεις

ενθύμιο σουίτες, ενθύμιο νηπιαγωγείου, ενθύμιο θεσσαλονίκης, ενθύμιο στα αγγλικά, ενθύμιο πολέμου, ενθύμιον θεσσαλονίκης ετ3, ενθύμιο αποφοίτησης, ενθύμιο κατηχητικού, ενθύμιο τρυφερότητασ, ενθύμιο τρίκαλα