lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ενότητα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
concord, concordance, oneness, unit, unity
ενότητα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
jednička, jednota, jednotka, jednotnost, shoda, svornost
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einer, einheit, einig, einigkeit, eins
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
en, ener, enhed, samklang
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
concordia, consorcio, unidad, uno
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
concorde, un, union, unité
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
concordia, unità
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
en, ener, enhet, enighet, samklang
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
всеединство, единица, единство, согласие
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
enhet, etta, samklang
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
një
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
единство
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
адзінка
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
üksus
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sopu, yhteys, yksi, yksikkö
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jedinstvo
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
egyes, egység, gépegység
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
vienetas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
concórdia, um, uma, unidade, unido, união
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
jednota
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
акордний, апарат, одиниця, підрозділ, спільність, установка, єднання, єдність
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
jedność, jedynka

Σχετικές λέξεις

ενότητα συνώνυμο, ενότητα για την ανατροπή, ενότητα πολιτών, ενότητα για την ανατροπή γαλάτσι, ενότητα 37 το τουρκικό εθνικό κίνημα, ενότητα 11η η αγάπη του αλέξανδρου για το βουκεφάλα, ενότητα ανατροπή και έργο για το μαρούσι, ενότητα για τη νέα ιωνία, ενότητα 5 γλώσσα δ δημοτικού, ενότητα πολιτών-νέα γιάννενα