lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επίπεδο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
deck, degree, flat, flatbed, league, level, pitch, planar, plane, plat, standard, step, two-dimensional
επίπεδο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hladina, horizont, libela, mělký, patro, plocha, plochý, plán, pláň, rovina, rovinný, rovný, úroveň
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abgeschmackt, eben, ebene, flach, grad, niveau, planen, platt, stufe
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
flad, grad, højde, jævn, niveau, plan, slette
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
altura, chato, grado, igual, insípido, liso, llana, llano, nivel, piano, piso, plano, raso
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abrasé, aplati, arase, horizon, niveau, piat, plaine, plan, plat, ras, rez-de-chaussée, truffe
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
livello, piano, piatto
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flat, grad, høyde, jevn, nivå, plan, platt, slett, slette, sælt
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
плоский, плоскостной, плоскость, уровень, ярус
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flack, flat, jevne, jämn, nivå, plan, platt, slät
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nivel
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стандарт
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
блюдо, плоскасны, плоскі, роўны
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
lame, tase
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hengetön, laakea, lakea, lattea, tasainen, taso
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ravan, ravnica
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
lapos, szint, színvonal, sík
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
horizontalus, lygis, lygmuo, lygus, plokščias
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
chato, civilizais, grado, igual, liso, nível, piso, plano, planta, raso
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
raven
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
банальний, безцільний, відзначати, відзначити, відмітити, відмічати, відтиск, градація, градус, двовимірний, заяложений, знак, квартира, кидати, кидок, кинути, луска, лущити, лущитися, літак, марка, масштаб, млявий, міра, мітка, нахил, нудний, ознака, оцінка, падіння, план, плаский, плескатий, плоский, площина, площинний, позначати, позначення, позначити, позначка, покажчик, помітити, помічати, прикмета, прісний, піднятися, підніматися, розмір, розташовувати, розташувати, рівень, рівний, слід, ступінь, схил, шкала, штамп
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
poziom, płaski, równia

Σχετικές λέξεις

επίπεδο του εππ η της εθνικής ταξινόμησης, επίπεδο εππ, επίπεδο σημαντικότητας, επίπεδο δικτύου, επίπεδο β, επίπεδο κατάρτισης με βάση την εθνική ή διεθνή ταξινόμηση, επίπεδο με βάση το εππ, επίπεδο σημαντικότητας α, επίπεδο εφαρμογής, επίπεδο γλωσσομάθειας ασεπ