lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επίσκεψη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
appointment, hospitality, sightseeing, tour, touring, visit, visitation
επίσκεψη
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
návštěva, návštěvník, prohlídka, vizita, vizitace
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aufwartung, besichtigung, besuch, besuche, visite
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
besk, besøg, sightseeing, visit
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hospedaje, visita
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
visite
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
accoglienza, visita
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
besiktning, besøk, sightseeing, time, visitt
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
визит, посещение, посещения, приём
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
besiktning, besök, gästa, påhälsning, sightseeing, visit
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vizitë
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
візіт
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
käynti, vierailu
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
posjeta, razgledavanje
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
látogatás, megtekintés, vendégség
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
viešnagė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
visita
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
obisk
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
візит
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
gościna, odwiedziny, wizyta, zwiedzanie

Σχετικές λέξεις

επίσκεψη στη βουλή, επίσκεψη στην ακρόπολη, επίσκεψη στο μουσείο της ακρόπολης, επίσκεψη γερμανού προέδρου, επίσκεψη στο cern, επίσκεψη της γηραιάς κυρίας, επίσκεψη σε λαογραφικό μουσείο, επίσκεψη στη βουλή των ελλήνων, επίσκεψη βενιζέλου στην ουκρανία, επίσκεψη σαμαρά στο άγιο όρος