lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επαγρύπνηση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
alert, alertness, lookout, outlook, vigilance, wakefulness, watchfulness
επαγρύπνηση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bdělost, bdění, ostražitost, výstraha
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
munterkeit, wachsamkeit
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alerta, vigilancia
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vigilance, éveil
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vigilanza
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бдительность, зоркость, настороженность, чуткость
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
пільнасць
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
éberség
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alerta
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
годинник, дивитися, пильнувати, пильність, спостерігати
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
czujność

Σχετικές λέξεις

επαγρύπνηση ορισμος, επαγρύπνηση blog, επαγρύπνηση λεξικο, επαγρύπνηση ακελ, επαγρύπνηση σημασια, αντιληπτική επαγρύπνηση, επαγρύπνηση συνώνυμο