lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επιταγή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
check, checker, cheque
επιταγή
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
šek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
scheck
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bankanvisning, check
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abonaré, cheque
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chèque
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assegno, cheque
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sjekk, utbetalningskort
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
проверка, чек
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
check, utbetalningskort
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
чек
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
чэк
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ček
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
csekk
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
čekis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cheque, livrança
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
чек
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
czek

Σχετικές λέξεις

επιταγή εισόδου στην αγορά εργασίας για άνεργους νέους έως 29 ετών, επιταγή εισόδου στην αγορά εργασίας για άνεργους νέους έως 29 ετών 2014, επιταγή προς πληρωμή, επιταγή επαγγελματικής κατάρτισης, επιταγή επαγγελματικής κατάρτισης φορτοεκφορτωτών ξηράς-λιμένος, επιταγή εισόδου στην αγορά εργασίας για άνεργους νέους στον κλάδο του τουρισμού ηλικίας έως 29 ετών, επιταγή εισόδου 2014, επιταγή επανένταξης στην αγορά εργασίας, επιταγή ευκολίας, επιταγή συνώνυμο