lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επιτυχία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
headway, luck, popularity, prosperity, succeed, success, triumph, welfare, well-being, wellbeing
επιτυχία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
blaho, blahobyt, prosperita, triumf, vítězství, zdar, úspěch, štěstí
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beliebtheit, erfolg
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
helle, lykke, medgang, sejr, succes, triumf, trivsel, velstand
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acierto, fortuna, prosperidad, suceso, triunfo, éxito
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bonheur, fortune, prospérité, réussite, succès, triomphe, veine, victoire
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affermazione, fortuna, riuscita, successo, ventura
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hell, lykke, medgang, seier, suksess, trivsel, velstand
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
процветание, удача, успех
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
framgång, lycka, medgång, succé, trivsel, välgång
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
успех
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
поспех
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
edu
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hyvinvointi, kukoistus, menestys, onni, onnistuminen, vauraus
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uspjeh
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
siker
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
sėkmė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fortuna, logro, prosperidade, sucesso, triunfo, êxito
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
úspech
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пощастити, просування, просунення, удача, успіх, щастити
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
powodzenie, sukces

Σχετικές λέξεις

επιτυχία ετυμολογία, επιτυχία είναι, επιτυχία σε πρώτο πλάνο, επιτυχία είναι να δουλεύεις πάνω σε αυτό που σου αρέσει, επιτυχία είναι να δουλεύεις πάνω σε αυτό που σου αρέσει σε αυτό που είσαι καλός, επιτυχία συνώνυμα, επιτυχία γνωμικά, επιτυχία στη ζωή, επιτυχία αποφθέγματα, επιτυχία εξωσωματικής