lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ευρετήριο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
index, list
ευρετήριο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
katalog, seznam, ukazatel, ukazovák
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
index, inhaltsverzeichnis, register, tabelle, verzeichnis, zeigefinger
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
indeks, ordliste, pegefinger, viser
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
repertorio, índice
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
index, livret, répertoire, tableau
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
indice
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
indeks, innholdsfortegnelse, ordliste, pekefinger, viser
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
индекс, указатель
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
indreks
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
індэкс
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
indeks
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
etusormi, hakemisto, luettelo, osoitin
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
betűrendes, index, jegyzék, leckekönyv, mutató, névmutató, tárgymutató
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
indeksas, rodyklė, smilius
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
índice
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
index
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
показник, індекс
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
indeks, skorowidz

Σχετικές λέξεις

ευρετήριο ελλήνων ερευνητών, ευρετήριο δου, ευρετήριο οικονομικών όρων, ευρετήριο τηλεφώνων, ευρετήριο καδ, ευρετήριο οτε, ευρετήριο κινητών τηλεφώνων, ευρετήριο στο word, ευρετήριο καινής διαθήκης, ευρετήριο άρθρων ελληνικών περιοδικών