lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άκαρπος στα ισπανικά

Λέξη:
άκαρπος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (10):
desusado, estéril, infecundo, infructuoso, infértil, inservible, inútil, ocioso, vano, árido
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά άκαρπος, άκαρπος στα ισπανικά, desusado στα ελληνικά
άκαρπος στα ισπανικά