lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συναίνεση στα ισπανικά

Λέξη:
συναίνεση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (13):
acorde, acuerdo, aprobación, armonía, arreglo, asenso, asentimiento, concordia, conforme, consenso, consentimiento, consorcio, pacto
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά συναίνεση, συναίνεση της ουάσιγκτον βικιπαιδεια, συναίνεση της ουάσιγκτον, συναίνεση συνώνυμο, συναίνεση συνιδιοκτητών, συναίνεση ορισμόσ, συναίνεση στα ισπανικά, acorde στα ελληνικά
συναίνεση στα ισπανικά