lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρώω στα ισπανικά

Λέξη:
τρώω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (9):
comer, consumir, haber, jamar, llevar, manducar, poseer, tener, devorar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά τρώω, τρώω τα νύχια μου, τρώω συνώνυμα, τρώω συνέχεια, τρώω ονειροκρίτης, τρώω ξύλο, τρώω στα ισπανικά, comer στα ελληνικά
τρώω στα ισπανικά