lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δελεάζω στα ιταλικά

Λέξη:
δελεάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (5):
adescare, allettare, attrarre, sedurre, illudere
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά δελεάζω, δελεάζω συνώνυμο, δελεάζω συνώνυμα, δελεάζω αγγλικά, δελεάζω translate, δελεάζω στα ιταλικά, adescare στα ελληνικά
δελεάζω στα ιταλικά