lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στοργή στα ιταλικά

Λέξη:
στοργή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (17):
affetto, affezione, amore, carità, commozione, emozione, impressione, infermità, malanno, malattia, male, morbo, passione, sensazione, senso, sentimento, stampa
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά στοργή, στοργή συνώνυμα, στοργή στο λαό του βασίλη δούβλη, στοργή στο λαό δούβλης, στοργή στο λαό, στοργή παπανικολάου, στοργή στα ιταλικά, affetto στα ελληνικά
στοργή στα ιταλικά