lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποστηρίζω στα ιταλικά

Λέξη:
υποστηρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (13):
appoggiare, appoggiarsi, assecondare, avallare, caldeggiare, favorire, fiancheggiare, promuovere, puntellare, sorreggere, sostegno, sostenere, suffragare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά υποστηρίζω, υποστηρίζω συνώνυμο, υποστηρίζω μετάφραση, υποστηρίζω βικιλεξικο, υποστηρίζω αντωνυμο, υποστηρίζω αγγλικά, υποστηρίζω στα ιταλικά, appoggiare στα ελληνικά
υποστηρίζω στα ιταλικά