lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: καθηγητής

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
don, educator, instructor, master, pedagogue, preceptor, professor, schoolmaster, schoolteacher, teacher, tutor
καθηγητής
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
cvičitel, instruktor, mistr, pedagog, profesor, pán, učitel, velitel, vládce, vychovatel, vyučující, zaměstnavatel
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erzieher, gebieter, herr, instrukteur, lehrer, lehrkraft, meister, pauker, professor
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
herre, hersker, instruktør, lærer, magister, mester, professor
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
amo, catedrático, dueño, dómine, escuelero, instructor, maestra, maestro, preceptor, profesor
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
agrégé, enseignant, institut, instituteur, magister, maître, moniteur, prof, professeur, précepteur, pédagogue, rhéteur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
docente, educatore, insegnante, istruttore, maestro, padrone, professore, professoressa
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
herre, lærer, magister, mester, professor
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
воспитатель, господин, мастер, наставник, преподаватель, профессор, учитель
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lärare, magister, professor
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mësues, profesor
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
професор, учител
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
настаўнік, прафесар
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
professor, õpetaja
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mestari, opettaja, professori
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
profesor, učitelj
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
pedagógus, professzor, tanár, tanító
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dėstytojas, instruktorius, meistras, mokytojas, ponaitis, ponas, profesorius, valdovas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amestra, amo, catedrático, dono, instrutor, maestro, mestre, mesure, patrão, preceptor, professor, senhor
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
profesor
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
učitelj, učiteljica
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
profesor, učiteľ
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
викладач, вчитель, педагог, професор, професоре, учитель, інструктор
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
belfer, nauczyciel, profesor

Σχετικές λέξεις

καθηγητής πληροφορικής, καθηγητής κ.τοκμακίδης αριστοτέλειο πανεπιστήμιο θεσσαλονίκης, καθηγητής βαρέων βαρών, καθηγητής γιάννης βούλγαρης, καθηγητής λιαντίνης, καθηγητής πανεπιστημίου, καθηγητής απόστολος νικολαΐδης, καθηγητής ονειροκρίτης, καθηγητής φιλοσοφίας, καθηγητής πανάς