lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κανό

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
canoe, kayak
κανό
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kajak, kánoe
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kajak, kanu, paddelboot
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
kajak
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
canoa, kayac
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
canoë, caïque, kayac, kayak, périssoire
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
canoa, kayak
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kajakk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
байдарка, каноэ
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
paddelkanot
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кану, каяк
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
байдарка, каяк
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kajakk, kanuu
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kajak
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kajak
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
canoa
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
kajak
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
байдарка, весло, каяк
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kajak

Σχετικές λέξεις

κανό θαλάσσης, κανόε καγιάκ, κανό καμπακ, κανό μεταχειρισμένα, κανό για ψάρεμα, κανό games, κανό τιμή, κανό bic, κανό φουσκωτό, κανό αγορά