lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: καταπνίγω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
damp, quash, quench, repress, soft-pedal, squash, squelch, suppress
καταπνίγω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
potlačit, potlačovat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dämpfen, ersticken, niederwerfen, unterdrücken
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ahogar, reprimir, sofocar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
apaiser, réprimer, train, étrangle
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
placare, reprimere, smorzare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dempe
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
подавить
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
släcka
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tukahduttaa
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
elfojt, megfojt
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
stłumić

Σχετικές λέξεις

καταπνίγω συνώνυμα, καταπνίγω συνώνυμο