lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κολιέ

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
collar, necklace, pendant, periapt, torque
κολιέ
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chomout, náhrdelník, objímka, obojek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
halsband, halskette, kollier, perlenkette
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
halsband, halsbånd, halskæde
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
collar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
carcan, collier, prou, rivière
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
collana, collare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
halsband, halsbånd
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
воротник, колье, ожерелье
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
halsband
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjerdan
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
каралі
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kaelakee
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
länget
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
nyaklánc
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
karoliai, vėrinys
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
colar, coleira
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
colier
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
náhrdelník
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
горжетка, намисто, намисті
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kolia, naszyjnik

Σχετικές λέξεις

κολιέ με αλυσίδα, κολιέ ονειροκρίτης, κολιέ χειροποίητα, κολιέ με κορδόνι, κολιέ με όνομα, κολιέ με βελονάκι, κολιέ με σχοινί, κολιέ με κόμπους, κολιέ από ύφασμα, κολιέ 2014