lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κολλαρίζω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
starch
κολλαρίζω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
naškrobit, škrobit
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
steifen, stärken
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
stive
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
almidonar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
amidonner, empeser
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крахмалить
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
keményít, keményíteni
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
krochmalić