lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κοσκινίζω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sieve, sift, winnow
κοσκινίζω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
prosívat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sieben
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cernir, cribar, zarandear
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bluter, cribler, ressasser, sasser, tamiser
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
colare, setacciare, vagliare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sikta, sikte
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
веять, просеивать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sikta, såll, sålla
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
веяць, дзьмуць, павяваць, прасейваць, прасяваць
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
zaragata
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
болільник, бриз, вентилятор, висіяти, війніть, вітерець, віяло, віяти, дмухати, дмухнути, дути, загадка, обмахувати, обмахуватися, подув, подути, просівати, просійте, просіяти, решето, сито, стусан, сіяти, уболівальник, удар
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przesiewać

Σχετικές λέξεις

κοσκινίζω στα αγγλικά, κοσκινίζω αγγλικά, κοσκινίζω συνώνυμα