lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κόλλα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
adhesive, flypaper, glue, gum, paste, size
κόλλα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
adhezní, klížidlo, lep, lepidlo, lepivý, maz, přilnavý
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kleber, klebstoff, kleister, leim
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bindemiddel, klister, lim
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adhesivo, cola, engrudo, goma, liga, pasta
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adhésif, attrape-mouches, chas, colle, glu, maroufle, tue-mouches
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adesivo, colla, collante
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
adhesjonsmiddel, fastner, klister, lim
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
клеевой, клей, клейстер, лепи
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bindemedel, fastnar, lim
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лепило
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
клей
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
liim
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
liima
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ljepilo
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
enyv, ragasztó
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
klijai
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adesivo, cola, goma, liga, pasta
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
adeziv, clei
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
lep, lepidlo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гума, гумка, клей, клеїти, приклеїти, склеїти, ясна
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
klajster, klej, klejowy, lep

Σχετικές λέξεις

κόλλα πολυουρεθάνης, κόλλα για ύφασμα, κόλλα σιλικόνης, κόλλα pva, κόλλα για παζλ, κόλλα pvc, κόλλα βιβλιοδεσίας, κόλλα κρέατος, κόλλα για μέταλλα, κόλλα χαρτί