lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντιγράφω στα λευκορωσίας

Λέξη:
αντιγράφω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
імітаваць, наследаваць, пераймаць, запісваць, перамалёўваць, упісваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αντιγράφω, πως αντιγράφω, αντιγράφω προστακτική, αντιγράφω αντέγραψε, αντιγράφω στα λευκορωσίας, імітаваць στα ελληνικά
αντιγράφω στα λευκορωσίας