lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποδεικνύω στα λευκορωσίας

Λέξη:
αποδεικνύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (16):
аказвацца, аказваць, выказваць, выяўляцца, выяўляць, даводзіць, даказваць, дамазваць, даносіць, дэманстраваць, оказывается, паказвацца, панаклікаць, прабаваць, праяўляць, пробаваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αποδεικνύω, αποδεικνύω συνώνυμο, αποδεικνύω συνώνυμα, αποδεικνύω στα αγγλικα, αποδεικνύω κλιση, αποδεικνύω ετυμολογια, αποδεικνύω στα λευκορωσίας, аказвацца στα ελληνικά
αποδεικνύω στα λευκορωσίας