lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βάζω στα λευκορωσίας

Λέξη:
βάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
накладаць, накладваць, прыстасоўваць, скарыстоўваць, ужываць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας βάζω, βάζω τόνους, βάζω το κεφάλι μου στον ντορβά, βάζω τις λέξεις σε αλφαβητική σειρά, βάζω συνώνυμα, βάζω στόχους, βάζω στα λευκορωσίας, накладаць στα ελληνικά
βάζω στα λευκορωσίας