lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενικός στα λευκορωσίας

Λέξη:
ενικός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (7):
дзіўны, асаблівы, адменны, адмысловы, асобны, асобы, спецыяльны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ενικός, νίκος δένδιας, ενικός τζι αρ, ενικός στάθης, ενικός πληθυντικός, ενικός μπογιόπουλος, ενικός στα λευκορωσίας, дзіўны στα ελληνικά
ενικός στα λευκορωσίας