lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλύνω στα λευκορωσίας

Λέξη:
πλύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
мыць, памыць, паўмываць, умыць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας πλύνω, να πλύνω, θα πλύνω, πλύνω στα λευκορωσίας, мыць στα ελληνικά
πλύνω στα λευκορωσίας