lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σπρώχνω στα λευκορωσίας

Λέξη:
σπρώχνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
штурхаць, пхаць, пхнуць, соваць, соўгаць, цягнуць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας σπρώχνω, σπρώχνω στα λευκορωσίας, штурхаць στα ελληνικά
σπρώχνω στα λευκορωσίας