lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μανίκι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bush, quill, sleeve
μανίκι
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
nátrubek, objímka, rukáv
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
buchse, hülse, ärmel
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ærme
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
manga
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
douille, garde-manche, manche, manchon
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
manica
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
erme, vaker
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
втулка, рукав
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
emme, ärm
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mëngë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
втулка
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
затычка, рукаў
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hiha, hylsy
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
bokor, kabátujj, ujj
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
manga
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
rukáv
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бокс, вентиль, виделка, втулка, вітка, галузь, гілка, гільза, коробка, кран, лайнер, ложа, наперсток, підрозділ, рука, рукав, скринька, скриня, філіал, філія, чіп, ящик
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
rękaw, tuleja

Σχετικές λέξεις

μανίκι συμπίεσης για μπάσκετ, μανίκι συμπίεσης, μανίκι ρεγκλάν, μανίκι τατουάζ, μανίκι στομάχου, μανίκι tattoo, μανίκι εκπαίδευσης, μανίκι για μπάσκετ, μανίκι στα αγγλικα, μανίκι αγγλικά