lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μασάζ

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
knead, massage, rub
μασάζ
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hníst, masáž, masírovat, masírování, mísit, utvářet, válet
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kneten, massage, massieren
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
massage, massere
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
amasar, masaje
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
malaxer, massage, masser, pétrir
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
impastare, massaggiare, massaggio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
massasje, massere
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
массаж, массажировать, массировать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
frottera, massage, massera
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
масаж
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hieroa, hieronta
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
gyúrni, masszázs, masszírozni
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
masažas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amassar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
масаж
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
masaż, masować

Σχετικές λέξεις

μασάζ στο σπίτι, μασάζ αυχένα, μασάζ προσώπου, μασάζ για κυτταρίτιδα, μασάζ κυτταρίτιδας, μασάζ σώματος, μασάζ craniosacral, μασάζ ποδιών, μασάζ στα πόδια, μασάζ προσφορές