lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μετρικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
certificate, metric, metrical, metrics, pedigree
μετρικός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
metrický, metrika, původ, rod
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geburtsurkunde, metrik, metrisch, taufschein
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
metersystem, vielsesattest
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
métrico, partida
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
métrique, métré, naissance
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
metrico
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
metersystem, vielsesattest
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
метрика, метрический, формуляр
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
metrik
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
метрыка, метрычны
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
anyakönyvi, metrikus
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
métrico, partida
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
метрика, метричний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
metryczny, metryka

Σχετικές λέξεις

μετρικός χώρος, μετρικός τόνος, μετρικόσ τανυστήσ, μετρικός τόνος ίσος με 1000 κιλά, μετρικός ίππος