lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μονότονος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
drab, grind, humdrum, monotonous, repetitive
μονότονος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
jednotvárný, monotónní
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eintönig, monoton, nüchtern, öde
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ensformig, monoton
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
monótono
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
monotone, traînant
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
monotono
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ensformig, monoton
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
монотонен, монотонный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
entonig, monoton
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
аднастайны, манатонны
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yksitoikkoinen
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jednoličan
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
monótono
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
монотонний, навіть, парний, плоский, рівний, рівномірний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
monotonny

Σχετικές λέξεις

μονότονος συνώνυμα, μονότονος συνωνυμα