lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μόριο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
allotment, bit, circuital, compound, corpuscle, crumb, dole, fraction, moiety, molecule, particle, segment, speck
μόριο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
díl, molekula, parcela, podíl, pozemek, část, částečka, částice
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anteil, bruchteil, molekül, partikel, teilbarkeit, teilchen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
molekyle, partikel, stykke
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fracción, molécula, parcela, partícula, pizca
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
atome, corpuscule, fraction, fragment, lot, molécule, parcelle, part, particule, petite
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
frazione, molecola, parte, particella, particola
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
grann, partikkel
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
долька, молекула, пятнышко, частица, частичка
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
частица
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
крупінка, часцінка, часціца
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
molekul, osake
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hiukkanen, molekyyli
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dio, molekula, čestica
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
részecske
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dalelytė, molekulė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
molécula, partícula
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
molekula
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вкушений, корпускула, крихта, фракція, частинка, частка, шматочок
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
cząsteczka, cząstka, drobina, partykuła

Σχετικές λέξεις

μόριο νερού, μόριο υδρογόνου, μόριο dna, μόριο του θεού, μόριο άτομο, μόριο σιδήρου, μόριο χλωροφύλλης, μόριο γλυκόζης, μόριο φυσική, μόριο οξυγόνου