lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μόρφωση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
background, education, schooling
μόρφωση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
instruktáž, vyučování, vzdělání, výchova, výcvik, školení
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aufklärung, ausbildung, bildung, bildungswesen, erziehung, erziehungswesen, pädagogik, schulung, unterrichtswesen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
dannelse, opdragelse, uddannelse, undervisning
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
educación, enseñanza, instrucción, luz
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
formation, instruction, éducation
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
creanza, educazione, istruzione
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dannelse, skolebakgrunn, utdannelse, utdanning
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
воспитание, образование, образованность, обучение, просвещение, просвещенность, просвещённость
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bildning, upplysning, utbildning
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
образование, обучение
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
складанне
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
haridus, koolitus
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kasvatus, koulutus, sivistyneisyys, sivistys, valistus
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kultúra, képzettség, műveltség, művelődés, oktatás, végzettség
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
edukologija, švietimas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cultura, educação, estúdio, formais, ilustrais, instrução, instruíeis
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
šolanje
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
генерація, композиція, освіта, освіту, покоління, рід, склад, твір, утворення, формування
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
edukacja, oświata, wykształcenie

Σχετικές λέξεις

μόρφωση συνώνυμα, μόρφωση ετυμολογία, μόρφωση σωκράτης, μόρφωση ορισμός, μόρφωση γνωμικά, μόρφωση είναι, μόρφωση αποφθέγματα, μόρφωση παιδιών στην αρχαία αθήνα, μόρφωση και παιδεία, μόρφωση στην αρχαία αθήνα