lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: νάρθηκας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bus, coach, rail, splint
νάρθηκας
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kolejnice
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
datenbus, geländer, gleis, schiene
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
skinne
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
carril, rail, raíl, riel
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
attelle, autorail, clisse, glissière, rail, tes
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
binario, rotaia
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skinne
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
рельс
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skena
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
рэйка
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
lahas
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kisko, raide
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
sín
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
bėgis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
carril, trilho
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перила, поруччя, рейка, рейку
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
szyna

Σχετικές λέξεις

νάρθηκας βρυγμού, νάρθηκας βρυγμού τιμη, νάρθηκας καρπού, νάρθηκας βρυγμού τιμες, νάρθηκας φυτό, νάρθηκας sarmiento, νάρθηκας εκκλησίας, νάρθηκας για κότσι, νάρθηκας ποδοκνημικής, νάρθηκας δακτύλου