lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: νήμα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
floss, strand, thread
νήμα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
nit, nitka, vlákno, vlákénko
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
faden, garn, zwirn
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
garn, sytråd, tråd
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
filamento, hebra, hilo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fil, filament
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
filamento, filo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
garn, sytråd, tråd
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
нитка, пряжа
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sytråd, tråd
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fije
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
нiтка, нітка, шнурок
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
niit
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lanka, naru, rihma
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
konac, nit, žica
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
cérna, fonal, szál
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
siūlas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
carta, fio, linha
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бавовна, бавовняний, нитка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
nitka

Σχετικές λέξεις

νήμα της στάθμης, νήμα ψαρέματος, νήμα noodles, νήμα στάθμης, νήμα για βελονάκι, νήμα πλεξίματος, νήμα για μακραμέ, νήμα για πλέξιμο, νήμα για jigging, νήμα power pro