lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βασανίζω στα νορβηγικά

Λέξη:
βασανίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (13):
bry, bråk, ergre, forulempe, gnage, martre, mobbe, pina, pine, plage, sjenere, trøtt, trøtta
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά βασανίζω, βασανίζω στα νορβηγικά, bry στα ελληνικά
βασανίζω στα νορβηγικά