lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάβρωση στα νορβηγικά

Λέξη:
διάβρωση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (2):
erosjon, korrosjon
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά διάβρωση, διαβρωση εδάφους, διάτρηση στομάχου, διάβρωση του εδάφους, διάβρωση συνώνυμο, διάβρωση πετρωμάτων, διάβρωση στα νορβηγικά, erosjon στα ελληνικά
διάβρωση στα νορβηγικά