lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διεγείρω στα νορβηγικά

Λέξη:
διεγείρω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (15):
animert, anspore, bearbeide, egge, het, hisse, opphisse, pirre, purre, påkalle, stimulere, vaken, vakna, vekke, våkne
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά διεγείρω, διεγείρω συνώνυμα, διεγείρω μετάφραση, διεγείρω λεξικο, διεγείρω ετυμολογια, διεγείρω βικιλεξικο, διεγείρω στα νορβηγικά, animert στα ελληνικά
διεγείρω στα νορβηγικά